- ἐξοπλασία
- ἐξοπλ-ᾰσία, ἡ,A = -ισία, Arist.Ath.15.4.IG12(5).647.39 ([place name] Ceos), SIG 410.10 (pl., Erythrae, iii B. C.), v.l. in D.S.16.3, 19.3.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἐξοπλασίας — ἐξοπλασίᾱς , ἐξοπλασία fem acc pl ἐξοπλασίᾱς , ἐξοπλασία fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξοπλασίαν — ἐξοπλασίᾱν , ἐξοπλασία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξοπλασίαις — ἐξοπλασία fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)